
Οι νέοι επενδυτές –όπως και όλοι όσοι ξεκινούν να αποταμιεύουν– καλούνται να ακολουθήσουν βασικούς, διαχρονικούς κανόνες: να αρχίσουν νωρίς, ώστε να λειτουργήσει η δύναμη του ανατοκισμού, να περιορίσουν τα κόστη, να διασπείρουν τον κίνδυνο και να μην προσπαθούν να «χρονομετρήσουν» την αγορά. Το ίδιο σημαντικό είναι να επιμένουν στη στρατηγική τους όταν οι αγορές καταρρέουν, αλλά και να αποφεύγουν τον πειρασμό των «καυτών» επενδύσεων όταν όλοι γύρω τους φαίνεται να πλουτίζουν.
Στη σημερινή πραγματικότητα, όμως, οι νέοι παίρνουν και ένα πιο σκληρό μάθημα: δύσκολα θα απολαύσουν τις αποδόσεις που είχαν οι προηγούμενες γενιές. Οι τέσσερις δεκαετίες έως το 2021 αποτέλεσαν μια χρυσή εποχή για τους επενδυτές, με τις παγκόσμιες μετοχές να αποδίδουν κατά μέσο όρο 7,4% ετησίως σε πραγματικούς όρους και τα ομόλογα 6,3%. Πρόκειται για αποδόσεις ασυνήθιστα υψηλές σε ιστορική κλίμακα.
Αυτή η περίοδος, ωστόσο, φαίνεται να έχει κλείσει. Η παγκοσμιοποίηση υποχωρεί, ο πληθωρισμός έχει επιστρέψει και τα επιτόκια δεν βρίσκονται πια σε διαρκή πτώση. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι νέοι επενδυτές καλούνται να κινηθούν σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων προσδοκιών, όπου οι αγορές δύσκολα θα «δουλέψουν μόνες τους».
Αν οι αποδόσεις επιστρέψουν στα μακροχρόνια ιστορικά τους επίπεδα, η διαφορά είναι τεράστια. Σε βάθος 40 ετών, 1 δολάριο επενδυμένο σε μετοχές θα μπορούσε να γίνει περίπου 7 δολάρια, έναντι πάνω από 17 δολαρίων για όσους επένδυσαν στη χρυσή εποχή μέχρι το 2021. Αυτή η πραγματικότητα εγκυμονεί δύο κινδύνους: αφενός, οι νέοι να αποταμιεύουν λιγότερο απ’ όσο χρειάζεται, πιστεύοντας ότι οι αγορές θα καλύψουν το κενό· αφετέρου, να απογοητευτούν και να υιοθετήσουν κακές στρατηγικές.
Σύμφωνα με τον The Economist, ένα από τα πιο συχνά λάθη είναι η υπερβολική διακράτηση μετρητών. Στοιχεία δείχνουν ότι οι νεότεροι επενδυτές διατηρούν σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων τους σε ρευστό σε σχέση με τους μεγαλύτερους. Όμως τα μετρητά δύσκολα προστατεύουν από τον πληθωρισμό και σχεδόν ποτέ δεν αυξάνουν την αγοραστική δύναμη μακροπρόθεσμα.
Το αντίθετο λάθος είναι η αποφυγή των ομολόγων. Πολλοί νέοι τα θεωρούν «άχρηστα» μετά από χρόνια χαμηλών αποδόσεων και τις πρόσφατες απώλειες λόγω ανόδου των επιτοκίων. Ωστόσο, σε βάθος χρόνου, τα ομόλογα προσφέρουν καλύτερη προστασία από τον πληθωρισμό σε σχέση με τα μετρητά και εξακολουθούν να παίζουν ρόλο στη σταθερότητα ενός χαρτοφυλακίου.
Ένας τρίτος κίνδυνος είναι η εμμονή με τις «θεματικές» επενδύσεις και τα εξειδικευμένα ETFs – από την τεχνητή νοημοσύνη και την πράσινη ενέργεια έως τις επενδύσεις ESG. Παρότι συχνά παρουσιάζονται ως πιο ηθικές ή πιο έξυπνες επιλογές, συνήθως συνοδεύονται από υψηλότερα κόστη και μεγαλύτερη μεταβλητότητα, χωρίς εγγυημένες αποδόσεις.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι νέοι επενδύουν, αλλά ότι οι συνήθειες που διαμορφώνουν σήμερα μπορεί να τους ακολουθούν για δεκαετίες. Έρευνες δείχνουν ότι οι πρώτες εμπειρίες στις αγορές επηρεάζουν τη στάση των επενδυτών για πολύ μεγάλο διάστημα.
Σε ένα περιβάλλον χαμηλών προσδοκιών, η σωστή στρατηγική, η πειθαρχία και η αποφυγή βασικών λαθών είναι πιο σημαντικές από ποτέ. Οι αγορές ίσως να μην είναι γενναιόδωρες, αλλά για τους νέους επενδυτές κάθε μονάδα απόδοσης μετρά περισσότερο από ποτέ.







